σονάρ

σονάρ
Ηχητική συσκευή με την οποία εντοπίζεται η θέση ενός αντικείμενου χάρη στα ηχητικά κύματα που εκπέμπει η συσκευή αυτή και που τα συλλάμβανα όταν ανακλαστούν πάνω στο αντικείμενο. Δηλαδή λειτουργεί όπως το ραντάρ. Αντί όμως για ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, εκπέμπει ηχητική ακτινοβολία. Το σ. το χρησιμοποίησαν ευρύτατα κατά το B’ Παγκόσμιο πόλεμο (1939-1945) για να εντοπίζουν τα εχθρικά υποβρύχια. Τελευταία χρησιμοποιείται στην ιατρική για διαγνωστικές έρευνες. Η μέθοδος του σ. στην ιατρική παρουσιάζει ορισμένα πλεονεκτήματα σε σχέση με τις ακτίνες Ρέντγκεν (οι μαλακοί ιστοί του οργανισμού δεν ξεχωρίζουν τόσο καθαρά με τις ακτίνες Ραίντγκεν). Ο συνδυασμός του σ. με το καθαυτό ηλεκτρομαγνητικό ραντάρ έκανε δυνατή την κατασκευή των ραδιοϋδρακουστικών σημαντήρων. Πολλά πουλιά ή ψάρια (νυχτερίδες, μπελούγκες ή άσπρες φάλαινες κ.ά.), για να προσανατολίζονται σε σχέση με τα γύρω τους αντικείμενα διαθέτουν οργανικά κάτι ανάλογο προς το σ. σύστημα.
* * *
και σόναρ, το, Ν
1. ο ηχοεντοπισμός, τεχνική η οποία χρησιμοποιείται για την ανίχνευση τής παρουσίας αντικειμένων που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια τού νερού ή για την ανίχνευση τής μορφολογίας τού βυθού και που βασίζεται στην ακουστική ηχώ
2. συσκευή που χρησιμοποιείται στην τεχνική αυτή. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. sonar, αρκτικόλεξο από τις λ. so(und) na(vigation) r(anging)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • υπέρηχος — Ελαστική ταλάντωση ενός ορισμένου μέσου με συχνότητα ανώτερη των 15.000 20.000 Hz, δηλαδή ανώτερη από το πεδίο ακουστότητας του ανθρώπου (ήχος)· αν η συχνότητα είναι κατώτερη των 100.000 Hz, γίνεται αντιληπτή από ορισμένα χειρόπτερα, όπως π.χ.… …   Dictionary of Greek

  • Γάγγης — Ποταμός (2.510 χλμ.) της βόρειας Ινδίας. Εκβάλλει στον Κόλπο της Βεγγάλης με πολλούς βραχίονες και σχηματίζει ένα τεράστιο δέλτα έκτασης 45.000 τ. χλμ. Στη δημιουργία του δέλτα αυτού συμβάλλει σημαντικά και ο Βραχμαπούτρα, ο άλλος ινδικός ποταμός …   Dictionary of Greek

  • κητώδη — Τάξη υδροβίων, σαρκοφάγων θηλαστικών, με ιχθυόμορφο σώμα. Περιλαμβάνει περίπου 80 είδη. Τα κ. είναι θαλάσσια, με εξαίρεση ορισμένα είδη δελφινιών και πλατανιστιδών, που ζουν στους μεγάλους ποταμούς της Ασίας και της Αμερικής. Τα σύγχρονα κ.… …   Dictionary of Greek

  • Κυπαρίσσης, Αλέξανδρος — (1877 – 1953). Διευθυντής ορχήστρας και ερμηνευτής μελοδραμάτων. Σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών και μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του συνεργάστηκε με το Ελληνικό Μελόδραμα, που είχαν ιδρύσει ο Σπινέλλης και ο Δ. Λαυράγκας. Την περίοδο αυτή υποδύθηκε …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”